Παρασκευή 7 Αυγούστου 2015

9α. Βρώμικη Ρουτίνα



Νύχτα. Το φυσικό του περιβάλλον. Από μικρός και όσο ακόμα πήγαινε σχολείο αρεσκόταν στο να διαβάζει μόνο τότε. Ύστερα άρχισε να εργάζεται σε νυχτερινές δουλειές. Πρώτα νυχτερινή βάρδια σε βενζινάδικο , ύστερα σερβιτόρος σε μπαρ.
Πλέον δούλευε ως λαντζέρης σε ένα από τα κορυφαία εστιατόρια ολόκληρης της πόλης. Θα έλεγες ότι ήταν τιμή του. Σόλε Ντ’ Όρο. Μόνο και μόνο από το όνομα καταλάβαινες περί τίνος επρόκειτο. Στα ιταλικά πρέπει να σήμαινε Χρυσός Ήλιος ή κάτι τέτοιο. Διαλεχτό όνομα για εστιατόριο. Δείγμα της ποιότητάς του.
Νύχτα λοιπόν. Το πεδίο δράσης του. Μετά από τη βάρδια , εκείνος και οι φίλοι του ξενυχτούσαν σε διάφορα κλαμπ. Καμιά φορά πήγαιναν και για μεταμεσονύκτια μπόουλινγκ ή στο καζίνο. Σήμερα θα επισκέπτονταν το καζίνο της πόλης. Όχι βέβαια ότι φτωχαδάκια σαν κι αυτούς τζόγαραν περιουσίες και κέρδιζαν τίποτα σπουδαίο. Μπα. Μάλλον χαμένοι έβγαιναν , αλλά ταυτόχρονα φόραγαν τα καλύτερά τους ρούχα , τέσταραν την τύχη τους , τρώγανε από τίποτα μπουφέδες και χάζευαν τα όμορφα κορίτσια που σύχναζαν εκεί. Καμιά φορά για πλάκα το έπαιζαν λεφτάδες και μιλούσαν για φανταστικά κότερα και βίλλες. Είχε την πλάκα του. Ύστερα έφευγαν τρέχοντας από κάποια πίσω είσοδο.
Όλα αυτά συνέβαιναν τη νύχτα. Γι’ αυτό και του άρεσε. Γυναίκες , πλάκες με τους φίλους. Αυτή ήταν η ζωή του. Ίσως η αγάπη του για όλα αυτά οφειλόταν στο ότι είχε γεννηθεί ένα ομιχλώδες φθινοπωρινό βράδυ. Είκοσι πέντε περίπου χρόνια πριν , η μητέρα του θα τον έφερνε στον κόσμο. Όλο το απόγευμα πάλευε και τελικά εκείνος της έκανε τη χάρη να δει το φως του κόσμου ετούτου λίγο πριν τα μεσάνυχτα. Ο Σάμμυ Λόκατ κυριολεκτικά γεννήθηκε στη νύχτα. Ίσως πέθαινε και σε αυτή , αλλά λογικά αυτό θα συνέβαινε σε πολλά χρόνια. Ρεαλιστικά , έβλεπε τον εαυτό του να έχει το δικό του μπαρ ή ένα μίνι μάρκετ και ίσως και κανά παιδάκι. Αυτά όμως απείχαν τουλάχιστον τριάντα χρόνια.
Ήταν Παρασκευή , περίπου έντεκα το βράδυ. Το εστιατόριο της οδού Λόντον έσφυζε από ζωή. Ο Λουτσιάνο,  ο σεφ του μαγαζιού και η βοηθός του Κάθριν βρίσκονταν υπ’ ατμών προσπαθώντας να αποδώσουν όσο πιο άρτια μπορούσαν τις πατρογονικές ιταλικές συνταγές της επιχείρησης. Σε αυτές οφειλόταν η μεγάλη επιτυχία και δημοτικότητα που απέκτησε ανά τα χρόνια. Ή τουλάχιστον , έτσι είχε ακούσει.
Σίγουρα η δουλειά του δεν ήταν η καλύτερη , αλλά ήταν σημαντική. Υπήρχε πολύ βρώμα βέβαια. Αλλά κάποιος έπρεπε να το κάνει και αυτό. Ο Σάμμυ , θα καθάριζε πάντοτε. Θα καθάριζε για όλους.
Ακόμα και όταν έμπλεκαν οι φίλοι του , εκείνος θα ήταν εκεί για να καθαρίσει για αυτούς. Πάντα αυτό έκανε.

Σήμερα όπως και κάθε άλλη μέρα , είχε φέρει όλη τη δουλειά εις πέρας και ήταν σχεδόν έτοιμος να φύγει.
«Τι έγινε Σαμ ; Την κάνουμε από τώρα;» , η ψιθυριστή φωνή του Λουτσιάνο , του υπεύθυνου του καταστήματος τον έκανε να ανατριχιάσει.
«Κύριε διευθυντά!» , τσίριξε και πέταξε την βρώμικη πετσέτα που κρατούσε στο πάτωμα.
«Τελειώνω τη δουλειά μου κύριε! Οπότε μιας και δεν έχουμε και πολλούς πελάτες…» , προσπάθησε να τα μπαλώσει.
«Σκεφτόσουν να φύγεις σιγά σιγά ε;» , ο εξηντάχρονος μικρόσωμος άνδρας μπορούσε να γίνει πολύ τρομαχτικός αν το ήθελε. Η ψιθυριστή του φωνή και το βλοσυρό του βλέμμα ήταν ικανά να σε κάνουν να νιώσεις τυχερός που ανέπνεες ακόμα.
«Ε όχι και σιγά σιγά , αλλά αν τέλειωνα σχετικά σύντομα με την αποψινή λάντζα… θα μπορούσα να…» , έστρεψε το βλέμμα του αλλού θέλοντας να αποφύγει τις διαπεραστικές ματιές που του έριχνε ο προϊστάμενός του.
«Θα μπορούσες να φύγεις!» , ψιθύρισε εκείνος. «Έτσι δεν είναι Σαμ; Θα μπορούσες να φύγεις νωρίς!».
«Κοιτάξτε , θα δείξει , αν τελειώσω γρήγορα θα μπορούσα να…».
«Κοίτα Σαμ , τα παιδιά στο αυτοκίνητο μου είπαν ότι σε περιμένουν εδώ και κανά δεκάλεπτο…».
Ο Σάμμυ σάστισε και γούρλωσε τα μάτια. «Ποια παιδιά; Ποιο αυτοκίνητο;».
«Δεν ξέρω ένα κόκκινο… Ιαπωνικό μοντέλο πρέπει να ήταν , έτσι μου είπαν τα παλικάρια στο πάρκινγκ» , ξερόβηξε. «Λοιπόν; Θα πας; Τι να τους πω; Περιμένουν!».
«Κοιτάξτε , είστε σίγουρος ότι ήταν για εμένα;». Κοιτάχτηκαν και ύστερα σιωπή έπεσε μπροστά από το νεροχύτη και όσα πιάτα είχαν απομείνει σε αυτόν.
Τότε ξαφνικά , ο Λουτσιάνο απέκτησε ένα σαφώς πιο εύθυμο τόνο.
«Έλα Λόκατ , βγάλε την ποδιά και βάλε τα ρούχα σου , σχόλασες που να με πάρει!» , παραλίγο να γελάσει κιόλας. Χτύπησε τον Σάμμυ στην πλάτη και έτεινε να φύγει.
Σοκαρισμένος ο Σάμμυ τον κοίταξε με ευγνωμοσύνη και έφυγε τρέχοντας.
«Μόνο για σήμερα μικρέ! Μόνο για σήμερα!» , ψιθύρισε όσο περνούσε από δίπλα του.
Ο Λουτσιάνο ήταν απόλυτα βλοσυρός και τρομαχτικός τύπος , αλλά σήμερα είχε μάλλον τις καλές του.
Η ποδιά έδωσε τη θέση της σε ένα καλό γαλάζιο μπλουζάκι και ο νεαρός Σάμμυ βρέθηκε σε λίγα λεπτά στο δρόμο έξω από το εστιατόριο. Το κόκκινο αυτοκίνητο ήταν σταθμευμένο στο απέναντι πεζοδρόμιο και οι δύο κολλητοί του , ο Τρέυ και ο Κεβ του έγνεφαν από τις μπροστινές θέσεις. Πέρασε γρήγορα το δρόμο και άνοιξε την πίσω πόρτα. Προς έκπληξή του δίπλα του βρισκόταν μία νεαρή κοπέλα. Πριν προλάβει να κάνει την κρίσιμη ερώτηση που θα αποκάλυπτε την ταυτότητά της , η στιβαρή φωνή του Τρέυ αντήχησε στο όχημα.

«Άντε ρε βλάκα! Γιατί κάνεις πάντα τόση ώρα; Είπαμε στους πορτιέρηδες να σε φωνάξουν!».
«Το ότι δουλεύω σου λέει κάτι; Και που έφυγα τόσο νωρίς είναι θαύμα!» , πήρε ανάσα και γρήγορα έδωσε το χέρι του στο θηλυκό μέλος της παρέας. Μέσα στο σκοτάδι μπόρεσε να διακρίνει τα καστανά μακριά της μαλλιά , ένα μαύρο κοντό φόρεμα και πιθανά τα πράσινα μάτια της.
«Σάμμυ» , συστήθηκε γρήγορα.
«Άμπιγκεϊλ! Χάρηκα πολύ Σάμμυ!» , χαμογέλασε εκείνη και του έδωσε επίσης το χέρι της.
«Ποια είναι η κοπέλα παιδιά , δε θα μου πείτε πως βρέθηκε μαζί μας; Επίσης Τρέυ , τώρα που ήρθα μπορείς να βάλεις μπρος! ΠΑΜΕ!!» , φώναξε ο Σάμμυ.
«Εγώ την έφερα στην παρέα! Τη γνώρισα τις προάλλες και είπαμε να βγούμε σήμερα!».
«Και μιας και είχαμε ήδη κανονίσει να πάμε καζίνο αποφάσισε να την πάρει μαζί μας!» , πρόσθεσε δυσανασχετώντας και ο οδηγός.
«Μα κάνε σαν να είμαι παλιό μέλος της ομάδας  σας Σάμμυ !» , του είπε χαλαρά η Άμπιγκεϊλ.
«Ω βέβαια…» , είπε εκείνος βλοσυρά.
Το αυτοκίνητο διέσχιζε τους δρόμους της Γκόλντβιλλ… Ο Τρέυ έβαλε λίγη ηλεκτρονική μουσική να ακούγεται από τα ηχεία ενώ ο Κεβ προσπαθούσε να ανοίξει κουβέντα με το «ραντεβού» του.
«Αυτό είναι!» , τη μονοτονία έσπασε ένας ενθουσιασμένος Σάμμυ.
«Παιδιά , απόψε θα σπάσουμε τρελή πλάκα! Θα βγάλουμε και μερικά φράγκα!» , γέλασε.
«Ρεαλιστικά πάντα στόχος μας στο καζίνο είναι τα πολλά φράγκα και οι μπουφέδες…» , ακούστηκε η φωνή από μπροστά.
«Ναι αλλά σήμερα θα παραπλανήσουμε τους κρουπιέρηδες και άλλους αντιπάλους και θα κερδίσουμε πραγματικά!» , είπε θριαμβευτικά!
«Τι εννοείς Σάμμυ; Βρήκες κάποια μαθηματική φόρμουλα να κερδίσεις στο Μπλακ Τζακ;» , γέλασε και ο Κεβ.
«Όχι. Απλά σήμερα , όλως τυχαίως , έφερες μαζί ένα μυστικό όπλο.» , είπε θριαμβευτικά και άπλωσε το χέρι του στον ώμο της Άμπιγκεϊλ.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου