Τρίτη 8 Νοεμβρίου 2016

16. Εγώ



Τα γυαλιά της ήταν ακουμπισμένα στο κομοδίνο και το ξυπνητήρι παραδίπλα είχε εδώ και ώρες σταματήσει να χτυπάει. Το χέρι της έφτασε με αργές κινήσεις στο ρολόι και κοίταξε την ώρα. Μόνο τότε η Νάταλι πετάχτηκε όρθια και σηκώθηκε αλαφιασμένη από το κρεβάτι. Ήταν δώδεκα το πρωί , και για κάποιο μυστήριο λόγο κοιμόταν ακόμα. Συνήθως ξυπνούσε πριν τις εφτά και λίγο μετά τις οχτώ ξεκινούσε για το ιατρείο της. Μα σήμερα δεν είχε ακούσει καν τον ήχο του ξυπνητηριού και είχε ήδη χάσει γύρω στα τρία ραντεβού. Τρέχοντας , παραλίγο να γλιστρήσει πάνω σε ένα εσώρουχο που βρισκόταν στο πάτωμα και ακολούθως εκτινάχτηκε ως το μπάνιο.

Μπήκε με φούρια στην κουζίνα , όπου χαμογελαστός την περίμενε ο Ντόνυ.
«Καλημέρα δεσποινίς Νετ!» , την καλωσόρισε.
Εκείνη τσίριξε για μερικές στιγμές , αλλά αμέσως θυμήθηκε και χαλάρωσε.
«Ω , καλημέρα Ντόνυ…» , μουρμούρισε και κατευθύνθηκε σκυθρωπή προς το πλυντήριο πιάτων.
Ο σωματοφύλακας της έκανε χώρο και κάθισε σε μία καρέκλα παραδίπλα. Κρατούσε ένα κουτί δημητριακά και φαινόταν ορεξάτος. 
«Πώς κοιμηθήκατε; Αργήσατε να ξυπνήσετε σήμερα!» , τη ρώτησε καθώς μασούσε.
«Το γνωρίζω , γι’αυτό τρέχω τώρα , έχω χάσει τρία ραντεβού , πρέπει να πάω στο ιατρείο και να τους τηλεφωνήσω!» , απάντησε βιαστικά καθώς έφτιαχνε τον καφέ της και έβαζε το ψωμί στη φρυγανιέρα.
Η παρουσία του άνδρα την ξένιζε όσο τίποτε άλλο. Μάλιστα , σχεδόν ξέχναγε την ύπαρξή του κάθε πρωί , και έτσι μπορεί να τρόμαζε όταν τον έβρισκε στην κουζίνα. Όταν ο Τζόναθαν της πρότεινε να φέρει τον Ντόνυ να την προστατεύει , εκείνη έβαλε τις φωνές. Δεν υπήρχε περίπτωση να δεχτεί κάτι τέτοιο. Αρκετές σκοτούρες είχε για να έχει μες στα πόδια της και έναν σωματοφύλακα. Όμως ο κύριος Τορνάντι επέμενε και με τον τρόπο του επέβαλλε το νεαρό άνδρα. «Κυκλοφορείς με εμένα και με το γιο μου , δε γίνεται να σε αφήσω απροστάτευτη , ακόμα και παπαράτσι -που λέει ο λόγος- να στην πέσουν , πρέπει να υπάρχει κάποιος δικός μου εκεί γύρω να σε φροντίζει και να σε κρατάει ασφαλή» , είχε πει.
Και πώς να φέρεις αντίρρηση στα μεγάλα αμυγδαλωτά μάτια του;

«Θα σας πετάξω εγώ στο ιατρείο , θα πάμε πιο γρήγορα!» , χαμογέλασε ο Ντόνυ.
«Δε χρειάζεται , ξέρω να οδηγάω , απλά να είσαι στο πίσω κάθισμα ως συνήθως και…», κόμπιασε , «και…» , η Νατ ένιωσε λίγο άσχημα που του μιλούσε έτσι , τι έφταιγε κι αυτός να την πληρώσει πρωί πρωί; Αφού τον είχε που τον είχε μαζί της, ας την πήγαινε εκείνος στη δουλειά. Το ίδιο ήταν.
«Εντάξει , θα με πας εσύ! Αλλά να ξέρεις , δε θέλω να γίνεις ξαφνικά ο σοφέρ μου…» , προσπάθησε να δείξει ένα αχνό χαμόγελο.
«Το αφεντικό είπε ότι πρέπει να κάνω οτιδήποτε μου ζητήσετε και η οδήγηση είναι το φόρτε μου. Επίσης , πολύ ωραία αυτά τα δημητριακά!»
«Το κατάλαβα ότι σου αρέσουν , έφαγες όλο το κουτί…» , τον χτύπησε φιλικά στον ώμο και κατευθύνθηκε με τον καφέ στο χέρι ως την κρεβατοκάμαρα.
Αν μη τι άλλο ο Ντόννυ ήταν  τίμιο και μετρημένο παλικάρι , ο Τζον δεν της είχε φέρει κάποιον αδιάκριτο αγριάνθρωπο. Ήξερε πως θα έβρισκε αντιδράσεις και πως η ίδια θα ερχόταν σε εξαιρετικά δύσκολη θέση με όλα αυτά. Όχι πως τώρα δεν ερχόταν σε μία κάποια δυσχέρεια. Τι ήταν εκείνη για να έχει μπράβο; Δεν ήταν γυναίκα του , ούτε καν επίσημη ψυχολόγος του. Το αντίθετο , ο κύριος Τορνάντι ήταν εντελώς… αψυχολόγητος.  Οι συνεδρίες μαζί του δεν κατέληγαν συνήθως κάπου. Μα τα υπέμεινε όλα στωικά , γιατί ήξερε ότι κάποια στιγμή θα έβρισκε την άκρη μαζί του. Είχαν ήδη περάσει πολλά μαζί και ήξερε πως σύντομα θα έσπαγε όλες τις άμυνές  του και θα καταλάβαινε τι τον βασάνιζε , τι έκρυβε από τον έξω κόσμο. Το σκληρό του προσωπείο θα έσπαγε σε χίλια κομμάτια , ήταν βέβαιη γι’αυτό.

Με αυτές τις ελπίδες , οι οποίες πέραν από προσωπικές ήταν και επαγγελματικές –ή καλύτερα επιστημονικές- , η Νατ αποφάσισε να του κάνει από εδώ και στο εξής όλα τα χατίρια. Έτσι τώρα ήταν στο μικρό της αυτοκίνητο , με τον σωματοφύλακα στη θέση του οδηγού , να παρακάμπτει ταχύτατα όλα τα εμπόδια. Ούτε ένα κόκκινο φανάρι δεν τους σταμάτησε στην ξέφρενη πορεία τους μέχρι το ιατρείο.
«Μπράβο Ντόννυ , εξαιρετική δουλειά , πάρκαρέ το  αυτοκίνητο και θα σου ανοίξω να μπεις μέσα!» , φώναξε καθώς έβγαινε άτσαλα από το όχημα. Στο τσακ δεν πιάστηκε το τζιν της στην πόρτα και ταχύτητα μπήκε στο μεγάλο κτήριο της οδού Πάρκερ.
Κακώς τόση ώρα δεν είχε κοιτάξει τα ραντεβού της , να δει τι γίνεται , να δει ποιον θα πρέπει να περιμένει , να τηλεφωνήσει για να ζητήσει συγγνώμη. Κάτι τέτοιο δεν της είχε ξανασυμβεί , οπότε ένιωθε τρομερές τύψεις. Είχε όνειρα ερχόμενη στη μεγάλη πόλη , όνειρα να γίνει μεγάλη επιστήμονας και να διαπρέψει , μα τώρα τα σκάτωσε όλα.
Ήρεμα Νάταλι , είναι απλά μία μέρα , δε χάλασε ο κόσμος. Βαθιές Ανάσες , βαθιές ανάσες.
Κάπως έτσι , επιχείρησε να καθησυχάσει τον εαυτό της , και μπήκε με αυτοπεποίθηση στο ιατρείο. Όλα ήταν ήσυχα όπως τα είχε αφήσει. Κάθισε στην αναπαυτική καρέκλα του γραφείου και σήκωσε την ατζέντα και το τηλέφωνο.
«Πέμπτη Εννιά Μαΐου , Παρασκευή Δέκα, Σάββατο Έντεκα …» , άρχισε να ξεφυλλίζει τις σελίδες του λεπτού βιβλίου. Ήταν όλες σημειωμένες , οπότε κάτι δεν πήγαινε καλά. Τότε μόνο συνειδητοποίησε το τραγικό της λάθος. Σήμερα ήταν Κυριακή , και δεν είχε καν δουλειά. Έκλεισε την ατζέντα και για μερικές στιγμές κοίταξε στο κενό. Μία παλιά παροιμία , έλεγε πως όποιος δεν έχει μυαλό έχει πόδια , και φαινόταν πως ξαφνικά την εκπροσωπούσε απόλυτα. Τότε έβαλε τα γέλια. Μέσα σε όλο αυτό το άγχος και την τρέλα των τελευταίων ημερών , έχασε το χρόνο. Οι Κυριακές ήταν οι μέρες όπου επισκεπτόταν το πατρικό της σπίτι και όχι άλλη μία μέρα ρουτίνας. Μάλιστα , είχε ήδη αργήσει και από στιγμή σε στιγμή θα την καλούσε σίγουρα η μητέρα της για να της κάνει παράπονα…

Σηκώθηκε και περπάτησε για λίγο στο χώρο. Όλη αυτή η παράνοια την είχε πιέσει τόσο και μόλις τώρα καταλάβαινε το λάθος της , το μεγάλο της λάθος.
Η μητέρα της , η κολλητή της φίλη , ο Τζον , η επιστήμη , ο Ντόννυ , οι πελάτες της , με τις εμμονές τους και τις αδυναμίες τους , όλοι , ήθελαν κάτι από εκείνη. Και πάντοτε , η Νάταλι τους τα έδινε όλα απλόχερα. Ήταν εκεί για όλους τους. Μα για κάποιο λόγο ξεχνούσε να ζήσει. Και ξεχνούσε το πιο σημαντικό πρόσωπο. Το πιο σημαντικό πρόσωπο στη ζωή της. Εκείνη.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου