Παρασκευή 19 Ιουνίου 2015

3. Διχασμένος



«Ονομάζομαι Ντάμιεν Κάλιστερ. Δόκτωρ Ντάμιεν Κάλιστερ. Της τελευταίες ημέρες νιώθω ότι κάτι περίεργο μου συμβαίνει. Αισθάνομαι , ότι χάνω τον εαυτό μου. Πολλές φορές είμαι και κουρασμένος. Μάλλον δεν κοιμάμαι αρκετά. Όμως , εδώ και χρόνια δεν κοιμάμαι αρκετά , λόγω εργασίας. Δεν ξέρω τι συμβαίνει , νομίζω πως κοντεύω να τρελαθώ». 
Ο Ντάμιεν βρισκόταν μπροστά σε μία βιντεοκάμερα και βιντεοσκοπούσε τον εαυτό του. Άλλο ένα δείγμα του πόσο είχε χάσει τα λογικά του. Τελευταία αλλού κοιμόταν και αλλού ξυπνούσε. Έχανε ώρες ατελείωτες από τη ζωή του και μετά δε θυμόταν τι έκανε. Γενικά , πίστευε ότι μετατρεπόταν σε ένα αλλοπρόσαλλο πλάσμα.
Εκείνος , ο καθηγητής πανεπιστημίου , σεβαστός από όλους…ο Δόκτωρ… Σεβαστό μέλος της πόλης και πιο πιθανός υποψήφιος για μέλλων πρύτανης. Στα σαράντα δύο του χρόνια είχε καταφέρει πράγματα που θα ζήλευαν οι περισσότεροι πρεσβύτεροι συνάδελφοί του. 
Ταυτόχρονα με την ιδιότητά του ως χημικός , εξελισσόταν χρόνο με το χρόνο σε δεινό εφευρέτη. Οι μαθητές του τον είχαν ως πρότυπο , ο δήμαρχος τον καλούσε για καφέ στο δημαρχείο. Ο Δόκτωρ Ντάμιεν Κάλιστερ ήταν άνθρωπος κύρους , ένας εξέχων επιστήμονας.
Μόνο που την παρούσα στιγμή ήταν ένα μηδενικό. Βρισκόταν στο πάτωμα του εργαστηρίου, τα γυαλιά του ήταν ραγισμένα ακριβώς δίπλα του , το πουκάμισό του γεμάτο λεκέδες και τα μαλλιά του ανακατεμένα. Ο ιδρώτας των έλουζε καθώς προσπαθούσε να συνειδητοποιήσει την κατάσταση. Το ίδιο πράγμα όμως είχε πάθει και τις προηγούμενες ημέρες. Σαν να ξυπνούσε ένα δαιμόνιο μέσα του και να έχανε τον εαυτό του.
Έπρεπε να βρει την αιτία. Σηκώθηκε πάνω και έκλεισε την κάμερα. «Έλα Ντάμιεν  , όλα θα πάνε καλά». Είχε περάσει πολλά στη ζωή του , τόσα χρόνια μέσα στα βιβλία και τα πειράματα , δε θα άφηνε κάτι ανεξέλεγκτο να τον καταστρέψει. Όρθιος πλέον , έριξε νερό στο πρόσωπό του. Βγήκε από το εργαστήριο και κινήθηκε προς το σαλόνι του. Το σπίτι του ήταν ζηλευτό από πολλούς. Με οικονομίες και εργασία χρόνων , είχε καταφέρει να αγοράσει ένα διαμέρισμα το οποίο στέγαζε ταυτόχρονα και το εργαστήριό του. Δε θα κατέστρεφε ξαφνικά τη ζωή του από μία παρόρμηση.

Ένα ζεστό ντους και ένα ξύρισμα ήταν ότι χρειαζόταν. Ύστερα χαλάρωσε στην πολυθρόνα του με το τσαγάκι του. Όλα ήταν και πάλι φυσιολογικά. Έκλεισε τα μάτια. Μία όμορφη μελαχρινή γυναίκα του έγνεφε να την πλησιάσει. Ύστερα έβλεπε ένα καζίνο και ύστερα ένα πιστόλι να τον σημαδεύει. Ξαφνιασμένος τα άνοιξε διάπλατα. Στην κούπα με το τσάι , αντικατοπτριζόταν το είδωλό του. Αλλά έτσι όπως το κοίταζε…σαν να του θύμιζε κάτι άλλο…Λες και δεν κοιτούσε τον εαυτό του. Και εκείνο το όπλο; Ή εκείνη η γυναίκα; Δεν ήξερε καμία τέτοια κυρία , ούτε είχε σχέση με πιστολίδια. Επίσης δεν ήταν τζογαδόρος. Αυτά τα είχε δει μόνο στις ταινίες. Όλα αυτά απομακρύνουν έναν άνδρα από το καθήκον του.
Το ζήτημα δεν είναι να ρισκάρεις τη ζωή σου για το προσωπικό συμφέρον και την προσωπική απόλαυση. Ο Ντάμιεν προσπαθούσε να δημιουργήσει κάτι καλό για την ανθρωπότητα. Και αυτό έκανε κάθε μέρα. Από νωρίς κάθε πρωί , μοχθούσε για την επιστήμη. Η επιστήμη και η τεχνολογία εξάλλου είχαν βοηθήσει την ανθρωπότητα να φτάσει στα σημερινά της επίπεδα. Η ποιότητα της ζωής κάθε ανθρώπου σε όλη τη γη είχε αυξηθεί κατακόρυφα.
Ερωτευμένος με την ιδέα αυτή , τη βελτιστοποίηση της καθημερινότητας , εργαζόταν κάθε ημέρα. Έτσι δεν είχε χρόνο ούτε για ξενύχτια , ούτε για τζόγο , ούτε για τυχοδιωκτισμούς. Ακόμα και τον έρωτα , τον είχε παραμερίσει.
Κι όμως , το υποσυνείδητό του , ίσως είχε κρατήσει όλα αυτά ως απόκρυφες επιθυμίες. Ίσως να είχε αρχίσει να χάνει τον εαυτό του!  Την προηγούμενη εβδομάδα , ο φίλος του και συνάδελφός του Τζορτζ , του είχε επισημάνει ότι φαινόταν κουρασμένος. Μάλιστα , του πρότεινε να πάρει μερικές μέρες άδεια και να πάει διακοπές. Μα ο Ντάμιεν δεν έπαιρνε σχεδόν ποτέ διακοπές. Είχε διαλέξεις να παραδώσει και πειράματα που έτρεχαν. Ετοίμαζε κάτι πρωτοπόρο. Δεν υπήρχε ούτε διάθεση , ούτε και χρόνος για ταξιδάκια αναψυχής.

Σκεπτόμενος , σήκωσε το σταθερό του τηλέφωνο. Είχε μία κλίση από εκείνο το παλικάρι , έναν φοιτητή φιλολογίας , τον Τζερμ Τιλτ. Του έκανε ιδιαίτερα μαθήματα λίγα χρόνια πριν , όταν βρισκόταν στο λύκειο και τώρα είχε ζητήσει τη βοήθειά του σε κάποια θέματα. Ίσως τον καλούσε αργότερα , αλλά δεν είχε όρεξη τώρα. Προβληματισμένος όπως ήταν και χαμένος στις σκέψεις του , δε θα μπορούσε να βοηθήσει κανέναν αυτή τη στιγμή ούτε να επικοινωνήσει. Έπρεπε να βάλει ένα τέρμα σε αυτό το αδιέξοδο και να επανακτήσει την θέλησή του για δουλειά. Τότε το μάτι του έπεσε πάνω σε μία κάρτα που του είχαν δώσει.
Μία νεαρή ψυχολόγος μόλις είχε ανοίξει το ιατρείο της λίγα τετράγωνα πιο πέρα. Ίσως αν απευθυνόταν σε εκείνη να έλυνε το πρόβλημά του και να έβρισκε και το λόγο που ένιωθε κόπωση. Θα καλούσε εκείνη.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου