Κυριακή 21 Ιουνίου 2015

4. Ο κύριος Σάιμον


Η Νάταλι είχε αργήσει. Ήταν μόλις 8:30 το πρωί , αλλά εκείνη ακόμα προσπαθούσε να κουμπώσει το φόρεμά της. Το είχε αγοράσει πριν ένα μήνα περίπου αλλά δεν το είχε φορέσει σχεδόν καθόλου. Αποφάσισε να πάει στη δουλειά με αυτό σήμερα , αλλά το φερμουάρ είχε κολλήσει. Τώρα ή θα έσπαγε ή θα έβγαζε το φόρεμα. Οι δείκτες του ρολογιού κυλούσαν βασανιστικά γρήγορα και η Νάταλι είχε φρικάρει. Πάλι τα είχε κάνει μαντάρα! Το πρώτο της ραντεβού για σήμερα ήταν στις εννιά και δεν ήθελε να αργήσει. Το ιατρείο της εξάλλου μετρούσε λίγες μέρες ζωής και προσπαθούσε να φτιάξει ένα όνομα στην πιάτσα. Αγχωμένη όπως ήταν τράβηξε με δύναμη το φερμουάρ για μία ύστατη προσπάθεια και αυτό επιτέλους ολοκλήρωσε την πορεία του!
Η Νάταλι Νετ ήταν λίγο μεγαλύτερη από είκοσι έξι ετών. Τόσο νέα κι όμως , είχε καταφέρει να ανοίξει το δικό της ψυχολογικό ιατρείο. Είχε πάρει το μεταπτυχιακό της τον προηγούμενο χρόνο και τώρα έκανε το όνειρό της πραγματικότητα. Το μικρό ροζ αυτοκίνητό της ξεγλιστρούσε εύκολα ανάμεσα στα υπόλοιπα αμάξια  της Γκόλντβιλλ και έτσι η Νάταλι θα έφτανε γρήγορα για το πρώτο ραντεβού. Ήταν εννέα παρά δέκα και ίσα που θα προλάβαινε να ανοίξει , μέχρι να εμφανισθεί ο πρώτος της ασθενής για σήμερα.

Η κυρία Λίντα Τσάμπερλαϊν ήταν μία συνηθισμένη νοικοκυρά , γύρω στα πενήντα. Είχε κάποια προβλήματα με το γάμο της. Φοβόταν πως ο σύζυγος της την απατούσε. Θεωρούσε ότι τα είχε κρυφά με τη γραμματέα του. Κλασική φοβία των γυναικών με κρίση μέσης ηλικίας , ήταν το πόρισμα της Νάταλι από την πρώτη στιγμή.
Η ίδια πάντως ήλπιζε όταν θα έφτανε στην ηλικία της να μην αντιμετώπιζε κάτι τέτοιο. «Ο Γιος μου θα καταντήσει αλήτης , αν ο πατέρας του συνεχίσει να λείπει από το σπίτι γιατρέ!» , φαινόταν πως η κυρία Τσάμπερλεϊν είχε κι άλλα οικογενειακά προβλήματα. Ένας γιος στην εφηβεία και ένας αδερφός με ελαφρύ πρόβλημα αλκοολισμού. Χειρότερα δε γινόταν , έπρεπε να τη βοηθήσει λοιπόν. Παραδόξως η ώρα μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου ραντεβού πέρασε ιδιαίτερα γρήγορα. Στις δέκα την περίμενε το δεύτερο ραντεβού και έτσι η συνάντηση με την κυρία Λίντα , θα ανανεωνόταν για την επόμενη εβδομάδα.

Στις δέκα και δέκα , λίγο καθυστερημένος δηλαδή , εμφανίστηκε ο επόμενος ασθενής. Ύστερα από τα προβλήματα της κυρίας Τσάμπερλεϊν , η ψυχανάλυση του  Τζίμυ Φλίπυ , φάνταζε πολύ πιο ενδιαφέρουσα. Όχι ότι τα προβλήματα της μέσης νοικοκυράς δεν αποτελούσαν αντικείμενο έρευνας και προβληματισμού για εκείνη. Όμως ένας μικροκλέφτης όπως ο Τζίμυ , ήταν ένα ιδιαίτερα ευαίσθητο αλλά και δύσκολο ζήτημα.
Ο Τζίμυ ερχόταν κατόπιν πίεσης εδώ. Μιας και σύντομα ερχόταν η δίκη για μερικές απ’ τις διαρρήξεις που έκανε , ο δικηγόρος του του συνέστησε να ζητήσει τη βοήθεια ενός ψυχολόγου , ώστε να ξεπεράσει τη μανία του με τις κλοπές. Στην περίπτωση που θα τη γλύτωνε ή απλά θα αναγκαζόταν να πληρώσει κάποια εγγύηση , θα είχε αποδείξει και ότι πλέον δεν έχει ανάγκη την κλοπή. Ο Τζίμυ , δεν προερχόταν από μία άπορη οικογένεια. Απλά του άρεσε ο τυχοδιωκτισμός. Του άρεσε η αίσθηση του να αποκτά αντικείμενα άλλων.
Η Νάταλι ήταν ενθουσιασμένη που ένας τόσο ενδιαφέρον ασθενής ζητούσε τη βοήθειά της. Ήθελε να τον βοηθήσει να βρει τα αίτια αυτής της συμπεριφοράς του και να την ξεπεράσει. Βέβαια , ο ίδιος ο Τζίμυ δεν ήθελε και τόσο να βρίσκεται εκεί. Την προηγούμενη ημέρα της είχε κλέψει μάλλον και μερικά στυλό. Εκείνη όμως το αγνόησε και θα προσπαθούσε να είναι συγκαταβατική με σκοπό να οδηγηθεί στη ρίζα του προβλήματος. Κάποιο βίωμά του, θα τον είχε επηρεάσει , αυτό πίστευε.
«Πες μου λοιπόν…» , η ώρα είχε περάσει και μέσω των ερωτήσεών της προσπαθούσε να τον κάνει να επικεντρωθεί και να ανοιχτεί σε εκείνη. Ο μικρόσωμος όμως άνδρας δεν είχε καμία τέτοια πρόθεση. Ήταν ήδη έντεκα και το κουδούνι της εξώπορτας χτυπούσε επίμονα. Απογοητευμένη που ούτε σήμερα κατάφερε να βοηθήσει τον ασθενή της , η Νάταλι σηκώθηκε από την πολυθρόνα της. «Θα τα πούμε αύριο πάλι Τζίμυ , μην αργήσεις και ελπίζω να έλθουμε σε κάποιο αποτέλεσμα!» , του είπε προσπαθώντας να χαμογελάσει. Ο Τζίμυ την κοίταξε με το βαριεστημένο βλέμμα του και έβγαλε το χέρι από την τσέπη για να τη χαιρετίσει. «Τζίμυ εγώ είμαι μαζί σου και θέλω να σε βοηθήσω , να το ξέρεις αυτό! Και ότι μου πεις , θα είναι μεταξύ μας!» , φώναξε καθώς πατούσε το κουμπί για να ανοίξει η θύρα. Εκείνος γέλασε ειρωνικά και τράβηξε το πόμολο.
Ταυτόχρονα , η πόρτα άνοιγε και από έξω. Ενώ η Νάταλι έπινε λίγο νερό και ετοιμαζόταν για τον επόμενο ασθενή της , της φάνηκε ότι άκουσε κάποια επιφωνήματα. Έστριψε το κεφάλι και πρόσεξε τον Τζίμυ να φεύγει τρέχοντας από το ιατρείο , ενώ δύο άνδρες έμπαιναν στο χώρο.
Ο κοντύτερος κοιτούσε αγριεμένος προς τις σκάλες της πολυκατοικίας. Ήταν καστανόξανθος , φορούσε γυαλιά ηλίου , άσπρο πουκάμισο και από πάνω σακάκι. Αντίθετα , ο ψηλότερος άνδρας δεν έδωσε καμία σημασία. Ήταν μελαχρινός , φρεσκοξυρισμένος , ντυμένος με ένα γαλάζιο πουκάμισο και ένα καφέ παντελόνι. Ένας άνδρας που σίγουρα έκανε εντύπωση. Πιθανά να βρισκόταν γύρω στα σαράντα , αλλά ο χρόνος του είχε φερθεί με απίστευτη επιείκεια.
«Καλημέρα σας! Είστε η Νάταλι Νετ;» , έτεινε το χέρι του προς εκείνη ο εντυπωσιακός άνδρας. «Εεε…ναι , εγώ είμαι , να υποθέσω είστε ο κύριος…Σάιμον Φέλπ;» , είπε εκείνη , τραυλίζοντας ελαφρά. «Ναι εγώ είμαι!» , απάντησε έπειτα από μερικά δευτερόλεπτα εκείνος. «Και ο..» , η Νάταλι έδειξε με το βλέμμα της τον δεύτερο κύριο που εισήλθε στο δωμάτιο. «Α , τίποτα , απλά συνεργάτης μου και φίλος μου , ήρθε μαζί μου γιατί έχουμε μία κοινή υποχρέωση , θα περιμένει έξω στη συνέχεια». Μπήκαν μέσα.
Ο κύριος Φελπ είχε φυσιογνωμία που σου έμενε στο μυαλό. Κάποιον της θύμιζε…
«Λοιπόν κύριε Σάιμον;» , ξεκίνησε πρώτη αφού κοιταχτήκαν μερικές φορές.
«Πριν ξεκινήσω να σας εξηγώ γιατί βρίσκομαι εδώ , πρέπει να μου υποσχεθείτε ότι δε θα αποκαλύψετε τίποτα πουθενά , ούτε ότι συναντηθήκαμε!» ,  η ήρεμη φωνή του δεν αποκάλυπτε σχεδόν κανένα συναίσθημα. «Φυσικά , ότι πούμε στις συνεδρίες μας θα μένει πάντα μεταξύ μας!» , αυτό αποτελούσε απαράβατο όρο στη δουλειά της.
«Στο χώρο της δουλειάς μου , δε μου μένουν πολλά περιθώρια στο να κάνω λάθη» , άρχισε ο Σάιμον , αλλά πριν ολοκληρώσει την πρότασή του ξερόβηξε , «θα μπορούσα να σου μιλώ στον ενικό Νάταλι;». «Ναι φυσικά , συνεχίστε τώρα να μου λέτε για την εργασία σας και τι σας απασχολεί!» .
«Στο χώρο της εργασίας μου , δεν επιτρέπονται πολλά λάθη ξέρετε… Όμως τελευταία νιώθω καταπίεση και πώς τα χρόνια περνούν πολύ γρήγορα.Η εργασία μου έχει την τάση να απορροφά το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας μου. Χάνω την προσωπική μου ζωή , έτσι νιώθω. Ο γιος μου μεγαλώνει και αποξενώνεται από εμένα μέρα με τη μέρα. Η σύζυγος μου , μένει μόνη της σπίτι , φοβάμαι ότι νιώθει…» , σταμάτησε και ανέπνευσε βαριά.
Όσο προσπαθούσε να τα πει με τη μία όλα αυτά , έμοιασε να ιδρώνει και να κομπιάζει. «Είστε εντάξει κύριε Φελπ;» , η Νάταλι ανησύχησε. «Ναι» , ανέκτησε αμέσως την ψυχραιμία του εκείνος. «Πού εργάζεστε ακριβώς κύριε Φελπ;» , ρώτησε , προσπαθώντας να τον χαλαρώσει με μία γενική ερώτηση. «Θα προτιμούσα να μη σου αποκαλύψω κάτι περεταίρω. Θέλω να με βοηθήσεις απλά. Μου είπαν ότι είσαι εξαιρετική» , χαμογέλασε εκείνος.
«Χωρίς να μου πείτε όλη την ιστορία , δεν μπορώ να σας βοηθήσω κύριε Φελπ! Πότε ξεκίνησαν αυτά τα προβλήματα; Όλη αυτή η ανασφάλεια και το άγχος;». «Δεν είχα ποτέ ούτε ανασφάλεια  , ούτε άγχος !» , το ύφος του άνδρα απέναντί της τώρα ήταν υπερβολικά άνετο και ίσως έκρυβε μία μικρή δόση ειρωνείας. «Εννοώ τα συμπτώματα που μου περιγράψατε τώρα… Ο γιος σας μεγαλώνει και αποξενώνεται , η γυναίκα σας.. νιώθετε ότι την παραμελείτε και στη δουλειά σας…» .
«Κοιτάξτε , ένας πολύ καλός μου φίλος εξαφανίστηκε πρόσφατα..φοβάμαι ότι με πρόδωσε ή ότι κάτι κακό του συνέβη. Από εκεί ξεκίνησαν όλα , αν εννοείτε αυτό» , είπε ξεφυσώντας και ξεκουμπώνοντας τα πάνω κουμπιά του πουκαμίσου του. «Μα , δεν έπρεπε να με επηρεάσει κάτι τέτοιο…δε γίνεται να με επηρεάζει!». Όσο μονολογούσε, της φαινόταν ότι εξοργιζόταν.
«Ηρεμήστε κύριε Σάιμον. Θέλω να μου εξηγήσετε τι νιώσατε όταν μάθατε για το φίλο σας και πώς η εξαφάνισή του επηρέασε τη ζωή σας αυτόν τον καιρό». «Μόλις το έμαθα…» ,πήγε να ψελλίσει , μα απότομα σηκώθηκε όρθιος. «Αφήστε το , καλύτερα να διακόψουμε εδώ , δεν αισθάνομαι άνετα πλέον». Μα τι τον έπιασε; Τι συμπεριφορά ήταν αυτή; Δεν ήταν ο πρώτος που αντιμετώπιζε τέτοια προβλήματα μετά το χαμό ενός κοντινού προσώπου. Ούτε ο πρώτος οικογενειάρχης με προβλήματα …ίσα ίσα …
Πρώτη φορά συναντούσε τόσο περίεργο άτομο… Παρ’όλη όμως , την ξαφνική συμπεριφορά του , ο κύριος Σάιμον, ενέπνεε μία κρυφή γοητεία…Ίσως…
«Κύριε Σάιμον…» , η Νάταλι ήθελε να τον συνετίσει , αλλά δεν είχε ούτε την εμπειρία ούτε τα κότσια για να του επιβληθεί εκείνη τη στιγμή. Μάλλον , είχε εντυπωσιαστεί από το ξαφνικό ξέσπασμά του. Έτσι παρότι , ως ψυχίατρος έπρεπε να ηρεμήσει τον ασθενή της και να τον βοηθήσει απλά τον κοιτούσε , όσο εκείνος κατευθυνόταν προς την πόρτα για το χώρο υποδοχής
. Τότε γύρισε για μία στιγμή και έβγαλε από το πορτοφόλι του εξήντα δολάρια. «Ορίστε , και μην πείτε σε κανέναν ποτέ ότι βρέθηκα εδώ» ,τα πέταξε προς το μέρος της και βγήκε έξω. Η Νάταλι ήθελε να του πει κάτι , οτιδήποτε. Αλλά ο μυστήριος άνδρας είχε ήδη φύγει.

ΣΥΝΕΧΙΖΕΤΑΙ…

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου